Πέμπτη 2 Σεπτεμβρίου 2021

Ημιανάπαυση

Κάποτε, λέγαμε, πως εμείς ‒με κεφαλαία τα γράμματα‒ διακοπές τον Αύγουστο δεν θα κάναμε. Ήμασταν εκ φύσεως διαφορετικοί, αγαπούσαμε, βλέπετε, τη μεγάλη πόλη, θέλαμε να τη μοιραζόμαστε με όσο το δυνατόν λιγότερους εραστές. Και να που η ζωή τα έφερε έτσι, να ακολουθούμε την αντίθετη ροή, εκεί που είστε ήμασταν και όλα τα σχετικά, καθώς τα πλοία γυρνούσαν άδεια από τα νησιά, για να επιστρέψουν άδεια πάλι λίγες εβδομάδες αργότερα. Εμείς στο κατάστρωμα. Θα μπορούσε να είναι ένα κείμενο για τη μεγάλη πόλη αυτό. Για το κέντρο και τον απόηχο του χειμώνα. Για την απογοήτευση που η ταμπέλα «Ραντεβού τον Σεπτέμβρη» γεννά.

Φορτώθηκε αυτός ο Αύγουστος με ακόμα μεγαλύτερες προσδοκίες απ' όσες συνήθιζε. Είναι, στον κόσμο αυτό, ο Αύγουστος, ο μήνας με τη μεγαλύτερη εναπόθεση προσδοκίας, βάρος έντεκα μηνών, δύσκολων και απαιτητικών, στις πλάτες του. Φέτος, ακόμα περισσότερο, αφού ο περσινός δεν εμφανίστηκε, θαρρείς, ποτέ. Άτιμο πράγμα οι προσδοκίες, έτσι όπως θεριεύουν ακαθόριστα, φέρουν το ανικανοποίητο, καταδικασμένες να μην εκπληρωθούν. Τα μέρη πέρασαν αναπόφευκτα σε δεύτερο κάδρο, τα πρόσωπα κυριάρχησαν, αυτή η ανάγκη απαιτούσε φροντίδα. Η δειλή αγκαλιά. Το μέτρημα των πληγών που άνοιξαν. Το κοίταγμα στα μάτια. Κυρίως όμως η αίσθηση, διόλου ψευδής, πως η απόσταση δεν διευρύνθηκε. Το αντίθετο συνέβη.

Δεν ξέρω αν ήταν το καλύτερο καλοκαίρι. Ίσως αυτό, το καλύτερο καλοκαίρι δηλαδή, να είναι κάτι που οριστικά ανήκει στο παρελθόν, στην εποχή της νιότης. Άλλωστε, ένα από τα βέλη της απομάγευσης μηνύει πως τα καλοκαίρια είναι που φέρνουν τους χειμώνες της ζωής. Εκείνο όμως που εξακολουθεί να έχει νόημα ακόμα, παρά το όποιο προχώρημα της ηλικίας, είναι πως η τριακοστή πρώτη Αυγούστου αποτελεί την πρωτοχρονιά. Και ας είναι πια οι στόχοι και τα σχέδια περισσότερο συμβατικά, ξένα και βαριά, οι φιλοδοξίες κενές ενθουσιασμού, ειδικά φέτος.

Καθώς ο Αύγουστος βάδιζε προς το τέλος και η ερώτηση πώς τα πέρασες εμφανιζόταν, η απάντηση, δεν διάβασα ούτε ένα βιβλίο, περιέγραφε επακριβώς τη συνθήκη. Απάντηση δειλή, ειπωμένη με χαμηλή τη φωνή, μια ιδιαιτερότητα προσωπική, που δεν χωρά αλλού, παρά σε μια εκμυστήρευση. Τα υπόλοιπα ακολουθούσαν, υπό το συγκεκριμένο αυτό φως.

Τώρα, ήδη από χτες, είναι πια Σεπτέμβρης. Οι αγκαλιές, παρότι δειλές, οι πληγές, παρότι ανοιχτές, τα βλέμματα, παρότι σιωπηλά, η εγγύτητα, παρότι ανάμνηση πια, θα τον συντροφεύσουν. Ακόμα και έτσι θα είναι δύσκολος.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου