Συνέβη ως εξής: θα έλειπα από το σπίτι για τρεις μέρες. Πήρα μαζί μου δύο βιβλία από τη στοίβα με τα προσεχώς. Πίστευα πως είμαι καλυμμένος για όλα τα ενδεχόμενα. Το πρώτο, το εγκατέλειψα κάπου στη σελίδα εκατό, δεν τραβούσε με τίποτα. Το Υπέροχη αγαπημένη μου αυτόματα απέκτησε επιπλέον βάρος προσδοκιών, εκεί, δίπλα στη θάλασσα, είχα απαιτήσεις από αυτό. Πριν από δύο χρόνια είχε προηγηθεί το Δυσφορεί η νύχτα, ένα βιβλίο με έντονο το εξωλογοτεχνικό σούσουρο που ωστόσο, παρότι συναισθηματικά με στρίμωξε, μου άρεσε αρκετά. Ήθελα να διαβάσω το επόμενο βιβλίο του Ρίνεβελντ, παρότι η σύγκριση με τη Λολίτα του Ναμπόκοφ συντηρούσε κάποιες επιφυλάξεις μέσα μου.
Η ενόχληση εμφανίστηκε ήδη από τις πρώτες σελίδες. Ο καθόλου αξιόπιστος και συμπαθής πρωτοπρόσωπος αφηγητής, ένας κτηνίατρος στην ολλανδική επαρχία, αφηγείται, κάπου ανάμεσα στο ημερολόγιο και την απολογία, την ιστορία της σχέσης του με ένα μικρό κορίτσι, την κόρη ενός κτηνοτρόφου στο κτήμα του οποίου βρισκόταν συχνά, αφού ακόμα η πανδημία των τρελών αγελάδων ήταν πρόσφατη και ο φόβος επανεμφάνισής της ορατός. Θεωρώ, ή μάλλον θεωρούσα, πως δύσκολα θα με ξένιζε το θέμα κάποιου βιβλίου, πως η διάκριση ανάμεσα στη μυθοπλασία και την πραγματικότητα θα ήταν αρκετή, πως η λογοτεχνική αξία θα ήταν το ζητούμενο. Όμως εδώ ζορίστηκα. Άσχημα συναισθήματα με κυρίευαν σελίδα τη σελίδα. Συνέχιζα ωστόσο την ανάγνωση ελλείψει εναλλακτικής, τόσο πολύ δεν μου άρεσε το βιβλίο που λίγες ώρες πριν είχα εγκαταλείψει. Θεωρούσα δεδομένο πως με την επιστροφή μου στο σπίτι θα το παρατούσα για να βρω καταφύγιο σε κάποιο επόμενο βιβλίο. Κάπως έτσι συνέχισα να το διαβάζω.
Και όμως, ενάντια σε όλες τις προσωπικές προβλέψεις, με ενεργό ακόμα το σχέδιο εγκατάλειψης, συνέχισα μέχρι το τέλος, παρά την ολοένα και αυξανόμενη δυσφορία που ένιωθα. Η απώθηση συνοδευόταν από μια ταυτόχρονη έλξη, ένας συναισθηματικός συνδυασμός αρκετά αντιφατικός και οξύμωρος. Η ανακούφιση, γυρίζοντας την τελευταία σελίδα, ήταν τεράστια, ένιωθα να έχω απαλλαγεί από ένα βάρος. Το ίδιο απόγευμα συνέχισα άμεσα με το επόμενο βιβλίο, ένιωθα βρώμικος, μια διαφορετική ιστορία είχα ανάγκη. Πέρασαν κάποιες μέρες και ακόμα δεν ήμουν σίγουρος αν θα διέθετα περαιτέρω χρόνο γράφοντας κάποιο κείμενο σχετικά με αυτό, το κουβαλούσα ακόμα μέσα μου, η πνιγηρή και άρρωστη ατμόσφαιρά του ήταν ακόμα παρούσα, δεν ήξερα αν θα άντεχα να επανέλθω σε αυτό. Άλλαξα πολλές φορές γνώμη. Και να που τώρα γράφω ένα κείμενο για αυτό.
Η πρώτη εξήγηση για την ολοκλήρωση της ανάγνωσης αυτής ήταν, αναπόφευκτα, τεχνικής μορφής. Το ύφος, η γλώσσα, η ατμόσφαιρα, η αφήγηση. Ωστόσο, το Υπέροχη αγαπημένη μου δεν είναι κάποιο αριστούργημα της σύγχρονης λογοτεχνίας και παρά την τεχνική του αρτιότητα δεν θα μπορούσε μόνο αυτή να με κρατήσει στην ανάγνωση, κάποια συναισθηματική έδρα έπρεπε να αναζητήσω. Εκεί, πίστευα, βρισκόταν το κλειδί της εξήγησης. Ήδη από το προηγούμενο βιβλίο, το συναίσθημα της δυσφορίας, παρότι διαφορετικής μορφής, ήταν κάτι γνώριμο, ένα περιβάλλον πνιγηρό και άρρωστο, ένα αίσθημα εγκλωβισμού και ζόφου, που, παρά την όποια μυθοπλαστική απόσταση, διέθετε μια αλήθεια για τον κόσμο γύρω μας. Ο τρόπος με τον οποίο ο Ρίνεβελντ συνθέτει και προωθεί την πλοκή είναι αρκετά οριακός, δοκιμάζει τις αντοχές του αναγνώστη, αδιαφορεί για εκείνον, έχει μια ιστορία να πει και τη λέει. Διαβάζοντας το πρώτο του βιβλίο είχα διακρίνει ένα αναγνωστικό συναίσθημα παρόμοιο με εκείνο του φοβερού Γαλατά της Άννα Μπερνς, εδώ, περισσότερο ένιωθα την ανάσα ενός ουελμπεκικού αφηγητή.
Η εκ των υστέρων εξιστόρηση των γεγονότων δημιουργεί την επιθυμία να δεις τι θα συμβεί παρακάτω, όσο και αν φοβάσαι πως δεν θα το αντέξεις, πως θα αηδιάσεις και θα τρελαθείς από τον τρόπο με τον οποίο ο παιδεραστής αφηγητής περιγράφει τη σχέση του με το μικρό κορίτσι. Ίσως, η επιθυμία αυτή να τρέφεται από την αναμονή της τιμωρίας. Ίσως η ελπίδα πως η μισανθρωπία που σε κατακλύζει τελικώς θα ανατραπεί Μπορεί. Ωστόσο, μετά από αρκετή σκέψη, κατέληξα πως η αλήθεια είναι κάπου στη μέση, έχοντας έναν χαρακτήρα τεχνικό, που έχει να κάνει με τον τρόπο που το μικρό κορίτσι, χωρίς να παίρνει σε καμία φάση τα ηνία της αφήγησης, ώστε να πει τη δική του εκδοχή των πραγμάτων, υπάρχει μέσα στην αφήγηση αυτή. Ο πλάγιος τρόπος με τον οποίο κατασκευάζεται και ζωντανεύει εκείνη ως χαρακτήρας αλλά και το περιβάλλον εντός του οποίου ζει. Και σε αυτό το κομμάτι υπάρχει η άμεση συσχέτιση με το προηγούμενο βιβλίο. Το περιβάλλον είναι παρόμοιο, η απόσταση από τον έξω κόσμο και η δύσκολη καθημερινότητα. Ο ρεαλιστικός τρόπος με τον οποίο δίνεται η παιδικότητα, η επιτυχία σε μια πίστα δύσκολη. Εκεί, θεωρώ τελικά, πως βρίσκεται ο πυρήνας και αυτής της ιστορίας. Ο Ρένεβελντ πετυχαίνει να δώσει αυτή τη λοξή ματιά στη γεμάτη ερωτήματα και πανικό προεφηβική ηλικία, αποφεύγοντας εντελώς να μετατρέψει το νεαρό κορίτσι σε μια Λολίτα ή σε μια προυστική Αλμπερτίν. Διατηρεί για εκείνη μια αθωότητα, ενώ το ζήτημα του αυτοπροσδιορισμού είναι διαρκώς παρόν.
Στρέφοντας όλους τους προβολείς στον ενήλικα αφηγητή, ο Ρένεβελντ δημιουργεί την απαραίτητη σκιά στην οποία το μικρό κορίτσι κινείται και αυτό είναι τελικά το στοιχείο εκείνο που επιτρέπει στο μυθιστόρημα να αναπνεύσει. Δεν μπορώ να πω πως το μυθιστόρημα αυτό μου άρεσε, δεν είχε τίποτα να μου αρέσει, και όμως όχι μόνο το τελείωσα, αλλά παρέμεινε μέσα μου για αρκετές μέρες, όταν πια το στοιχείο της πρόκλησης είχε υποχωρήσει πια από το ίδιο του το βάρος. Και αυτό το θεωρώ σημαντικό. Η πρόκληση για την πρόκληση, άλλωστε, είναι καταδικασμένη να μην αντέξει, αργά ή γρήγορα θα εκπέσει. Η οριακή συνθήκη στην οποία με ενέπλεξε, αυτό το ταυτόχρονο συναίσθημα έλξης και απώθησης λειτούργησε περίφημα, δεν μου χάρισε τίποτα, δεν με διευκόλυνε σε κανένα σημείο και αυτό είχε ως αποτέλεσμα μια ανάγνωση που άφησε έντονο το στίγμα της, πέρα από την τεχνική αρτιότητα που το μυθιστόρημα διαθέτει. Το Υπέροχη αγαπημένη μου δεν είναι ένα παράγωγο αποκλειστικά μυθοπλαστικής φύσης, το γέννημα ενός άρρωστου μυαλού, είναι μια όψη του κόσμου μας, μας αρέσει δεν μας αρέσει, και αυτό το κάνει τόσο αβάσταχτο. Ενάντια σε κάθε πιθανότητα, το Υπέροχη αγαπημένη μου αποδείχτηκε μια ανάγνωση καθοριστική και η ιστορία της το επιβεβαιώνει.
υγ. Για το Δυσφορεί η νύχτα περισσότερα θα βρείτε εδώ. Για τον Γαλατά της Μπερνς εδώ. Για το τελευταίο μυθιστόρημα του Ουελμπέκ εδώ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου