Η Τζέννυ Έρπενμπεκ, γεννημένη το 1967 στην Ανατολική Γερμανία, είναι ιδιαιτέρως αγαπητή στη χώρα μας και το όνομά της συχνά ψιθυρίζεται ως ευχή κάθε που η απονομή του Νόμπελ Λογοτεχνίας πλησιάζει. Στις 21 Μαΐου 2024 το μυθιστόρημά της Καιρός και η αγγλική του μετάφραση τιμήθηκαν με το Διεθνές Βραβείο Μπούκερ. Λίγο αργότερα, πάντοτε σε μεταφραστική φροντίδα του Αλέξανδρου Κυπριώτη, κυκλοφόρησε και στα ελληνικά από τις εκδόσεις Καστανιώτη.
Αυτή είναι μια ερωτική ιστορία. Βερολίνο, Ιούλιος 1986. Μια ξαφνική μπόρα και μια σειρά από λοιπές, εν πολλοίς αδιόρατες, μικροσυμπτώσεις θα φέρουν τη δεκαεννιάχρονη Καταρίνα και τον πενηντατριάχρονο συγγραφέα Χανς στο ίδιο λεωφορείο. Έτσι θα ξεκινήσει η σχέση τους. Όταν εκείνος θα πεθάνει, χρόνια μετά, η Καταρίνα θα είναι χιλιόμετρα μακριά, δεν θα τηρήσει την υπόσχεσή της να παραβρεθεί στην κηδεία του. Έξι μήνες μετά μια γυναίκα θα παραδώσει στο σπίτι της Καταρίνα δύο κούτες, δύο μαύρα κουτιά της σχέσης τους, εκείνη, μαζί με δικά της αναμνηστικά φυλαγμένα σε μια βαλίτσα, θα τα ανασύρει, ο τριτοπρόσωπος παντογνώστης αφηγητής θα μεσολαβήσει στην ανασύσταση της ιστορίας τους.
Ένα βασικό, αν όχι το κυρίαρχο, συστατικό της εργογραφίας της Έρπενμπεκ είναι ο πολιτικός και ιστορικός χαρακτήρας ως περιβάλλον εντός του οποίου διαδραματίζεται η εκάστοτε πλοκή, σχηματίζοντας ένα σφιχτοδεμένο ζευγάρι. Έτσι κι εδώ. Η ερωτική ιστορία, με όλες τις ιδιαιτερότητές της, εξελίσσεται όταν η Λαοκρατική Δημοκρατία της Γερμανίας πνέει τα λοίσθια, όταν το Τείχος, τι και αν ακόμα δεν έχει υποχωρήσει, θρυμματίζεται κιόλας.
Την ιστορία τη γράφουν οι νικητές. Αυτή είναι μια από τις ελάχιστες αρχές της ανθρώπινης ιστορίας που δεν διαθέτει εξαιρέσεις. Και νικητές ήταν οι Δυτικοί, καμία ισονομία στη μετάβαση δεν υπήρξε, και έτσι έγραψαν την ιστορία κατά το δικό τους δοκούν, παρουσιάζοντας την απέναντι όχθη σαν ένα άθροισμα τεράτων εντός ενός διάχυτου ζόφου. Το μηδέν ένα είναι που περισσότερο απ' όλα ενοχλεί, αυτή η απλοϊκή διάκριση την οποία ενστερνίζονται επιστήμονες και μελετητές, οι άκρες του δόρατος της προπαγάνδας, όταν ήδη η συζήτηση για το τέλος της ιστορίας ολοένα και περισσότερο έδαφος κέρδιζε.
Τα προηγούμενα μυθοπλαστικά έργα αλλά και οι δημόσιες τοποθετήσεις της Έρπενμπεκ χαρακτηρίζονται από θυμό για την επικρατούσα στρέβλωση. Δυτικά όλα ήταν καλά, ανατολικά όλα άσχημα, τελεία και παύλα, ναι καλά. Αν επιχειρούσε κανείς να προσδιορίσει συνοπτικά την κύρια συγγραφική φιλοδοξία εδώ, αυτή θα ήταν η απόπειρα να δειχτεί πως η καθημερινότητα εκεί δεν περιοριζόταν στις κοινωνικοπολιτικές συνθήκες που επικρατούσαν, πως οι άνθρωποι ζούσαν. Ονειρεύονταν, ερωτεύονταν, γλεντούσαν, έκλαιγαν και τα λοιπά και τα λοιπά ανθρώπινα πάθη τούς χαρακτήριζαν.
Η Έρπενμπεκ συνεχίζει τη σημαντική λογοτεχνία της μη λήθης, που ως κύριο εκφραστή της είχε τον σπουδαίο Χάινριχ Μπελ, χωρίς απλοϊκές και ψευδείς ωραιοποιήσεις, μια απόπειρα αποτύπωσης των αποχρώσεων μεταξύ λευκού και μαύρου, μια υψηλής στάθμης πολιτική λογοτεχνία, διαχρονικής και οικουμενικής, που στον πυρήνα της φέρει την υποκρισία με την οποία το παρελθόν αντιμετωπίστηκε και αντιμετωπίζεται, τη γραμμή εκείνη που διέκρινε το ναζιστικό προηγούμενο, τη συνέχεια του κράτους και της πατρίδας, μιας εκ θαύματος μετάβασης και ήττας του τέρατος, για το οποίο κανείς δεν μιλάει, αντίθετα με ό,τι συνέβη, και καλώς συνέβη ως ένα βαθμό, μετά την πτώση του Τείχους, όταν όλα τα αρχεία ήρθαν στο φως.
Ο Καιρός δεν είναι το αποτέλεσμα μιας στρατευμένης λογοτεχνίας, όσο και αν κάποιοι επωφελούνται αντιμετωπίζοντάς το, όπως και την ευρύτερη λογοτεχνική παρουσία της Έρπενμπεκ, ως τέτοιο, παρακάμπτοντας την απάντηση σε πλήθος ερωτημάτων και αμελώντας να αναφερθούν στη δεδομένη λογοτεχνική αξία του έργου της. Η υψηλή λογοτεχνία πάντοτε θα αντιμετωπίζεται και ως ένα ενοχλητικό πετραδάκι που δυσκολεύει το αγέρωχο βάδισμά των εκάστοτε νικητών, θέτοντας τη βεβαιότητα εν αμφιβόλω.
Ο πολιτικός χαρακτήρας του έργου διόλου δεν υποτάσσει τη λογοτεχνική αξία, την αφηγηματική ικανότητα της Έρπενμπεκ στο χτίσιμο και τη λειτουργία του μυθιστορήματος. Ο τρόπος με τον οποίο μπλέκει τις ιστορίες των δύο εραστών, αλλά και αυτές με την Ιστορία, κυρίως, και η ομοιόμορφη από άκρη σε άκρη αφηγηματική φωνή, επίσης. Ιδιαίτερα στο καταιγιστικό τελευταίο τρίτο του μυθιστορήματος, μετά την πτώση του Τείχους, όταν για κάποιους το να αγοράσουν ένα παντελόνι τζιν δεν ήταν η απάντηση σε όλα τα ερωτήματα, όταν η Κρίστα Βολφ πίστευε πως ακόμα υπήρχε η καύσιμη ύλη για να οικοδομηθεί μια σοσιαλιστική κοινωνία, δίκαιη και όχι υποταγμένη στην ατομική κατανάλωση και ιδιοκτησία.
Ο Καιρός αποτελεί μαζί με την Ιστορία του γερασμένου παιδιού και τη Δοκιμασία τις ψηλότερες κορυφές μιας σπουδαίας συγγραφέως, μιας από τις σπουδαιότερες της εποχής μας, της Τζέννυ Έρπενμπεκ.
υγ. Για τα προηγούμενα έργα της Έρπενμπεκ: Ιστορία ενός γερασμένου παιδιού (εδώ), Σκύβαλα (εδώ), Παιχνίδι με τις λέξεις (εδώ), Δοκιμασία (εδώ), Περαστικοί (εδώ), Η συντέλεια του κόσμου (εδώ).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου