Πέμπτη 30 Ιανουαρίου 2020

Το τραγούδι της σάλπιγγας - Wallace Stegner





Καμιά φορά σκέφτομαι πόσα είναι τα βιβλία εκείνα που δεν διάβασα επειδή το θέμα τους δεν ήταν του γούστου μου, τα βιβλία εκείνα που απέρριψα από την περίληψη στο οπισθόφυλλο και μόνο. Και όλο λέω πως θα σταματήσω να διακρίνω βάσει αυτού, πως θα θυμάμαι εκείνο τον σοφό φίλο μου που λέει, μεταξύ άλλων, πως σπουδαίος λογοτέχνης είναι τελικά εκείνος που μας στοιχειώνει, διηγούμενος μια ιστορία που δεν μας αφορά. Και αυτός, συμπληρώνει, είναι ο λόγος που συνεχίζει να υπάρχει λογοτεχνία που μας συναρπάζει, και ας έχουν ειπωθεί εδώ και αιώνες όλες οι ιστορίες, και ας κλεινόμαστε καθημερινά στο μεγαλείο του εαυτού μας.

Και συνήθως τα σκέφτομαι αυτά κάθε φορά που διαβάζω ένα βιβλίο και εκπλήσσομαι ευχάριστα, όπως συνέβη και με Το τραγούδι της σάλπιγγας, έκπληξη που προέρχεται από την κατάρρευση μιας προκατάληψης, από τον εκκωφαντικό ήχο που κάνουν οι προκαταλήψεις όταν καταρρέουν. Υπάρχουν διάφοροι τρόποι με τους οποίους μας βοηθάει η λογοτεχνία. Το γκρέμισμα προκαταλήψεων και στερεοτύπων είναι, θεωρώ, από τους σημαντικότερους. Έκπληξη, λοιπόν, γιατί, αν κάποιος μου έλεγε να διαβάσω την ιστορία ενός αγοριού σε ένα κτήμα κάπου στην αμερικανική δύση, στην οποία γεννιέται ένα πουλάρι με παραμορφωμένα πέλματα και το αγόρι αγωνίζεται απεγνωσμένα να πείσει τον πατέρα του να μην το σκοτώσει, αλλά να του δώσει μια ευκαιρία, τότε θα του έλεγα πως δεν με ξέρει καλά, και πως εγώ τέτοιες ιστορίες δεν διαβάζω, γιατί δεν με αφορούν. Και να που όχι μόνο διάβασα την ιστορία αυτή, αλλά στο τέλος βούρκωσα, η έγνοια μου για το παιδί αυτό με ενέπλεξε συναισθηματικά. Κάτι αντίστοιχο συνέβη και με αρκετές ακόμα από τις ιστορίες της συλλογής Το τραγούδι της σάλπιγγας.

Θα βάλω σε δεύτερη μοίρα σπουδαία λογοτεχνικά συστατικά, όπως η ικανότητα στην αφήγηση και το χτίσιμο των χαρακτήρων, που δεδομένα διαθέτει σε αφθονία ο Stegner, για να σταθώ σε κάτι άλλο, που πιστεύω πως κάνει τα διηγήματα αυτά να ξεχωρίζουν, το γεγονός πως είναι βαθιά ανθρώπινα, αυθεντικά και όχι επιτηδευμένα, ανθρώπινα και οικουμενικά ως προς το συναίσθημα που ρέει αβίαστα απ' αυτά. Και είναι αυτή η αυθεντικότητα που αποδιώχνει την όποια κατηγόρια για συναισθηματικό εκβιασμό θα μπορούσε κάποιος να προσάψει σε κάποιες από τις ιστορίες. Δεν είναι εύκολο να γράψει κανείς μια ιστορία που συγκινεί και όχι μια ιστορία για να συγκινήσει. Ειδικότερα σήμερα, που οι σύνθετες πλοκές εισβάλλουν ακόμα και στη μικρή φόρμα, τα διηγήματα της συλλογής αυτής ξεχωρίζουν για την απλότητά τους, για το διακύβευμα που δεν είναι μεγαλύτερο από την αγωνία ενός πιτσιρικά για το αν θα προλάβουν την παρέλαση της 4ης Ιουλίου στη μεγάλη πόλη, και τι μεγαλύτερο διακύβευμα θα μπορούσε να υπάρξει άραγε από την αγωνία αυτή, από τις προσδοκίες και τα όνειρα του πιτσιρικά για την ημέρα εκείνη; Αυτή η χαμηλόφωνη λογοτεχνία που δεν καταφεύγει σε απανωτά, ανούσια τελικά, ευρήματα, που δεν ντύνεται λαμπερά κοσμήματα για να εντυπωσιάσει, που χρησιμοποιεί την αλήθεια και την αφήγηση, είναι μια σπουδαία, αν και συχνά παραμελημένη, λογοτεχνία.

Όταν μου μίλησαν για το βιβλίο αυτό με θερμά λόγια, χωρίς πολλές λεπτομέρειες για τη θεματική του, κι εγώ άκουγα και δεν άκουγα, έχοντας ξεκάθαρη προτίμηση στη μεγάλη φόρμα, παρατήρησα το όνομα του μεταφραστή Γιάννη Παλαβού στο εξώφυλλο, και είπα πως μου είχαν αρέσει πολύ οι Τριλοβίτες* του Pancake, σε δική του μετάφραση. Μια αμοιβαία ανταλλαγή αναγνωστικών προτάσεων συμφωνήθηκε τη στιγμή εκείνη. Δύο εβδομάδες μετά, κι ενώ εγώ είχα βρει την κάθε πιθανή δικαιολογία, προς εμένα τον ίδιο, για να αναβάλω λίγο ακόμα την πλήρωση της συμφωνίας, έλαβα το μήνυμα: αν σου άρεσε ο Pancake, ο Stegner θα σε γοητεύσει. Διαβάζοντας, λοιπόν, Το τραγούδι της σάλπιγγας, ολοένα και πιο γοητευμένος από την απλή αυτή αφήγηση, θυμήθηκα και κάτι ακόμα: ο Παλαβός έχει μεταφράσει και το Ημερολόγιο προσευχής της Ο'Κόνορ**. Και κάπως έτσι τα νήματα έδεσαν.

Η απειλή που αιωρείται είναι επίσης κάτι που χαρακτηρίζει τα διηγήματα αυτής της συλλογής, η απειλή πως από στιγμή σε στιγμή μια καταιγίδα θα ξεσπάσει, η απειλή πως η ιστορία δεν θα έχει καλό τέλος. Σε κάποιες από τις ιστορίες η απειλή κρύβεται στους τοίχους του σπιτιού, στη σχέση ενός αντρόγυνου, σε κάποιες άλλες έχει έναν χαρακτήρα σχεδόν μεταφυσικό, εκεί που δρόμοι που κάποτε οδηγούσαν σε μια πόλη έχουν πια χορταριάσει. Μακριά από τη λάμψη της ανατολικής ακτής και τη γοητεία των αστικών κέντρων, η καθημερινότητα στην απέραντη αμερικανική δύση, έχει τους δικούς της ρυθμούς και τους δικούς της κανόνες. Όμως και εδώ οι άνθρωποι δυσκολεύονται να εκφράσουν τα συναισθήματά τους, να δείξουν την αγάπη τους, να κατευνάσουν τον θυμό τους. Και αυτή η δυσκολία, σε ένα μέρος αραιοκατοικημένο και ζόρικο, αποτελεί εμπόδιο στον αγώνα για την καθημερινή επιβίωση. Οι άνθρωποι εδώ πρέπει με τον έναν ή τον άλλον τρόπο να συνεργαστούν, να επιδείξουν την αλληλεγγύη τους και να ξεπεράσουν την ανθρώπινη φύση τους. Ο Stegner κάνει ήρωές του αυτούς τους ανθρώπους, χωρίς να τους κοιτάζει αφ' υψηλού, χωρίς να τους μακιγιάρει. 

Ο Πέρλι ξερίζωσε μια δεύτερη τούφα χορτάρι και, χαμογελώντας, γύρισε το βλέμμα στις κορφές των σφενταμιών. Πριν από τον τυφώνα, τα σφεντάμια φύτρωναν σε πυκνές συστάδες, κι όταν τα υπόλοιπα δέντρα γύρω ισοπεδώθηκαν, απέμειναν μόνο οι ψιλόλιγνες φιγούρες τους. Ψηλά, ένας σφοδρός άνεμος έσειε τις φυλλωσιές τραντάζοντας και λυγίζοντας τις κορφές, όμως χαμηλά μόνο μια ράθυμη πνοή ανασάλευε το γρασίδι. Αισθανόσουν λες και κούρνιαζες σε μια αναπαυτική, ζεστή και μυρωδάτη φωλιά.

Τελειώνοντας την ανάγνωση έμεινα με την απορία γιατί ο συγγραφέας αυτός δεν είχε μεταφραστεί, τα τελευταία τουλάχιστον χρόνια, στα ελληνικά. Απορία που ενισχύθηκε από το -φροντισμένο και κατατοπιστικό- επίμετρο του βιβλίου στο οποίο περιλαμβάνεται μεταξύ άλλων και η ομιλία που έδωσε ο συγγραφέας το φθινόπωρο του 1963 στην Αθήνα, γεγονός που δείχνει πως ο Stegner δεν ήταν άγνωστος στους εδώ εκδοτικούς κύκλους.       


*περισσότερα για το βιβλίο του Pancake μπορείτε να βρείτε εδώ.
**περισσότερα για τη σπουδαία Ο'Κόνορ μπορείτε να βρείτε εδώ.

Μετάφραση Γιάννης Παλαβός
Εκδόσεις Gutenberg

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου