Δευτέρα 27 Ιανουαρίου 2020

Οι καταρράκτες - Ian Rankin




Ίαν Ράνκιν δεν είχα διαβάσει έως τώρα, χωρίς να υπάρχει κάποια προφανής εξήγηση γι' αυτό, πέραν της σύμπτωσης ίσως και του πλήθους των διαθέσιμων βιβλίων δηλαδή, που πάντα είναι μια καλή και πειστική εξήγηση εδώ που τα λέμε, χρήσιμη και ως καθησυχαστική δικαιολογία στον εαυτό μας, και μόνον σε αυτόν, όταν νιώθουμε ευάλωτοι απέναντι σε ακόμα ένα βιβλίο που θα θέλαμε να έχουμε διαβάσει. Ιάν Ράνκιν δεν είχα διαβάσει έως τώρα, παρότι τουλάχιστον τρεις αναγνώστες που εκτιμώ με προέτρεψαν κατά καιρούς να το κάνω, επέμειναν, όσο ακριβώς έπρεπε, να διαβάσω τουλάχιστον τους Καταρράκτες, τουλάχιστον αυτό, συμφωνούσαν χωρίς να το ξέρουν μεταξύ τους, θα δεις, ισχυρίζονταν, δεν είναι ένα απλό αστυνομικό, αλλά πρόκειται για πραγματικά καλή λογοτεχνία, που λίγα έχει να ζηλέψει από τη μη αστυνομική λογοτεχνία. Πριν διαβάσω Ίαν Ράνκιν, είχα διαβάσει τον θεωρούμενο διάδοχό του στον θρόνο της σκοτσέζικης αστυνομικής λογοτεχνίας, Μάλκολμ Μακέι, μια τριλογία που πολύ την ευχαριστήθηκα και για την οποία περισσότερα μπορείτε να διαβάσετε εδώ

Η στιγμή να διαβάσω Ίαν Ράνκιν έφτασε ένα απόγευμα που είχε βαριά συννεφιά στο κέντρο της Αθήνας και κάποιο παιχνίδι του μυαλού μου μου θύμισε εκείνη την κοπέλα να λέει κάποτε πως δεν επισκέπτεται ποτέ δεύτερη φορά το ίδιο μέρος, γιατί η ζωή είναι τόσο μικρή για τα ταξίδια που θέλουμε να κάνουμε, αν και θα έκανε, είπε, μια εξαίρεση για το Εδιμβούργο, ίσως για να δικαιώσει τον κανόνα της, σκέφτηκα εγώ, που στο Εδιμβούργο είχα πάει μικρός, κάπου στο γυμνάσιο, δύο μέρες εκεί και δύο στη Γλασκώβη, της οποίας το σκηνικό ταίριαξε περισσότερο στην τότε ψυχοσύνθεσή μου, εντυπώθηκε στη μνήμη μου εκείνη η σκοτεινιά, τότε που ακόμα δεν γνώριζα τη ψυχολογική χροιά τού επιθέτου βιομηχανικός. Σε ένα αντίστοιχο δίπολο βρίσκομαι επίσης με τη μειοψηφία, καθώς δηλώνω σαφέστατη προτίμηση στη Μαδρίτη έναντι της Βαρκελώνης, αλλά αυτό είναι άσχετο με το απόγευμα εκείνο που κατέβηκα στο υπόγειο του βιβλιοπωλείου και αγόρασα τους Καταρράκτες του Ίαν Ράνκιν, και που λίγο αργότερα ξεκίνησα να τους διαβάζω σε μια από τις αγαπημένες μου μπάρες, χωρίς να γνωρίζω εκείνη τη στιγμή πως ο επιθεωρητής Ρέμπους θα επικροτούσε την επιλογή μου αυτή.

Πιάνοντας το βιβλίο στα χέρια μου, πίσω στο υπόγειο του βιβλιοπωλείου, η αλήθεια είναι πως δεν εκτίμησα σωστά το πραγματικό του μέγεθος, ίσως γιατί υποσυνείδητα ανέμενα τις μεγάλες γραμματοσειρές και τις παχιές σελίδες που μετατρέπουν ενίοτε βιβλία τριακοσίων σελίδων σε τούβλα κατά το κοινώς λεγόμενο. Ξεκινώντας όμως να διαβάζω τους Καταρράκτες συνειδητοποίησα πως οι εξακόσιες εξήντα σελίδες της ελληνικής έκδοσης αντιστοιχούσαν πράγματι σε εξακόσιες εξήντα σελίδες, ίσως μάλιστα και σε περισσότερες, καθώς μια αρκετά μικρή -καθόλου ενοχλητική- γραμματοσειρά είχε χρησιμοποιηθεί στη χωρίς αχρείαστα κενά και περιθώρια έκδοση.  

Μια νεαρή κοπέλα, κόρη μεγαλοτραπεζίτη, εξαφανίζεται στο Εδιμβούργο και η αστυνομία επιχειρεί  να την εντοπίσει. Έχουμε μια σειρά από πιθανούς υπόπτους σε συνδυασμό με αρκετές ανατροπές και ευρήματα. Το πλέον εντυπωσιακό προτέρημα του μυθιστορήματος αυτού είναι η έλλειψη κοιλιάς, παρά το μέγεθός του, καθώς ο Ράνκιν καταφέρνει να διατηρεί αμείωτο το ενδιαφέρον, όχι μόνο εξελίσσοντας την κυρίως πλοκή, αλλά αναπτύσσοντας δευτερεύουσες υποπλοκές, που λειτουργούν παράλληλα με το κυρίως ζητούμενο της αφήγησης, και χτίζοντας αρκετούς και πολύπλευρους χαρακτήρες που πλαισιώνουν τον αδιαφιλονίκητο πρωταγωνιστή Ρέμπους. Οι Καταρράκτες δεν είναι η πρώτη ιστορία στην οποία πρωταγωνιστεί ο επιθεωρητής Ρέμπους, γεγονός που σημαίνει πως η πορεία, τόσο η δική του όσο και κάποιων εκ των συναδέλφων του, βρίσκεται ήδη σε εξέλιξη. Και αυτό το στοιχείο, η εξέλιξη των ηρώων δηλαδή, είναι κάτι το οποίο πολλοί αναγνώστες αγαπούν σε λογοτεχνικές σειρές όπως αυτή και δικαίως όταν μιλάμε για τέτοιους χαρακτήρες όπως του Ρέμπους για παράδειγμα.

Οι δεκάδες μουσικές αναφορές και ο οργανικά ενταγμένος στην ιστορία σχολιασμός, ενίοτε αρκετά πικρόχολος, ορισμένων μουσικών, προσθέτουν ακόμα μία διάσταση στην απόλαυση, με τους Mogwai να φαντάζουν ως οι πλέον κατάλληλοι για ακρόαση την ώρα της ανάγνωσης. Το διαδικτυακό παιχνίδι ρόλων με τους γρίφους αποτελεί ένα έξυπνο εύρημα, δεδομένου και του πότε γράφτηκε το μυθιστόρημα, ενώ η ερωτική ιστορία του Ρέμπους και της Τζιν θα μπορούσε άνετα να σταθεί και αυτόνομη. Το Εδιμβούργο είναι παρόν, περισσότερο σκοτεινό από ό,τι το περίμενα η αλήθεια είναι, ίσως γιατί τα έντονα φώτα γεννούν πιο πυκνό σκοτάδι, ίσως γιατί τους έρημους παράπλευρους δρόμους των κεντρικών λεωφόρων, εκεί που βρίσκονται τα παρακμιακά μπαρ που αγαπά ο Ρέμπους, οι τουρίστες σχεδόν ποτέ δεν τους περπατούν. Από το μυθιστόρημα δεν λείπει το βρετανικό χιούμορ και η κοινωνικοπολιτική αποτύπωση της σκοτσέζικης πραγματικότητας, καθώς η εξαφάνιση της κοπέλας δεν είναι τίποτα άλλο παρά μια απλή αφορμή, ώστε να αφηγηθεί ο Ράνκιν μια αρκετά μεγαλύτερη ιστορία, της οποίας το ενδιαφέρον σίγουρα δεν περιορίζεται στην επίλυση της εξαφάνισης.

Τώρα ξέρω πως η στιγμή που θα θελήσω να διαβάσω μια ακόμα ιστορία του επιθεωρητή Ρέμπους δεν θα αργήσει, ξεκινώντας από το πρώτο μυθιστόρημα της σειράς, γιατί όπως είπε και ο Π. πολύ τον συμπάθησα αυτόν τον μαλάκα τον Ρέμπους!

Μετάφραση Γιώργος Τζήμας
Εκδόσεις Μεταίχμιο       




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου