Ο Ντέιβιντ Σέιφερ, στο λογοτεχνικό του ντεμπούτο, ακολουθεί το μονοπάτι μιας λογοτεχνικής παράδοσης που με τα χρόνια εγκατέλειψε το περιθώριο για να ενταχθεί στον κανόνα, μια παράδοση που οι ρίζες της βρίσκονται στο κυβερνοπάνκ, στη δυστοπική στροφή της λογοτεχνίας επιστημονικής φαντασίας, στη σύγκρουση με το αμερικανικό όνειρο. Με το Ουίσκυ Τάνγκο Φόξτροτ ο συγγραφέας δεν στοχεύει, όπως τόσοι και τόσοι στην απέναντι πλευρά του Ατλαντικού, στο επόμενο Μεγάλο Αμερικανικό Μυθιστόρημα, αυτό ωστόσο δεν σημαίνει πως το πολυσέλιδο πόνημά του στερείται φιλοδοξίας, κάθε άλλο.
Όταν εκείνο που σε απασχολεί ‒και‒ συγγραφικά είναι ο τρόπος με τον
οποίο γίνεται η ψηφιακή διαχείριση των προσωπικών δεδομένων, τότε δεν
χρειάζεται να στήσεις έναν κόσμο ολοκληρωτικά φουτουριστικό, σου αρκεί
το εδώ και το τώρα. Άλλωστε, η υπεραιχμή της τεχνολογίας, το μακρινό
αύριο, χρησιμοποιείται κιόλας, πολύ πριν περάσει στη μαζική παραγωγή. Η Επιτροπή, μυστική οργάνωση που αποτελείται από μια ελίτ που επιθυμεί να κυβερνήσει τον κόσμο, συλλέγει και αποθηκεύει τα προσωπικά δεδομένα με σκοπό να τα εκμεταλλευτεί ποικιλοτρόπως και σίγουρα όχι απλώς για να πετύχει πιο στοχευμένες διαφημιστικές καμπάνιες. Οι τρεις πρωταγωνιστές της ιστορίας αυτής, οι κατά κάποιον τρόπο υπό διαμόρφωση ήρωες, η Λέιλα, ο Λίο και ο Μαρκ, βρίσκονται μπλεγμένοι σοβαρά, κάτι που αργούν να αντιληφθούν. Η Λέιλα, μετανάστρια δεύτερης γενιάς, υψηλόβαθμο στέλεχος μιας ΜΚΟ, που δραστηριοποιείται στη Βιρμανία, βλέπει κάτι που δεν θα έπρεπε να δει στην καρδιά της ζούγκλας. Ο Λίο, γόνος πλούσιας οικογένειας, απολύεται ξαφνικά από τη δουλειά του σε έναν παιδικό σταθμό. Ο Μαρκ, συγγραφέας ενός μπεστ σέλερ αυτοβοήθειας, προσλαμβάνεται ως γκουρού ενός πάμπλουτου τύπου. Ο Λίο με τον Μαρκ συνήθιζαν να είναι φίλοι αλλά έχουν από χρόνια απομακρυνθεί. Αυτή είναι με λίγα λόγια η υπόθεση.
Ο Σέιφερ στήνει το μυθιστόρημα του ως μια ταυτόχρονη τριπλή αφήγηση μέχρι τη στιγμή που οι μεμονωμένες ιστορίες αναπόφευκτα θα συναντηθούν. Επιλέγει να δώσει έναν έντονα προσωποκεντρικό χαρακτήρα στην αφήγησή του και για τον λόγο αυτό επενδύει αρκετά στο αργό και σταδιακό χτίσιμο των χαρακτήρων. Μέσα από αυτούς στοχεύει να αποτυπώσει μεγάλο μέρος του έξω κόσμου, και τα καταφέρνει. Δημιουργεί έτσι μια ενδιαφέρουσα αντίστιξη με το έντονα τεχνολογικό περιβάλλον, πετυχαίνοντας έναν ρεαλισμό υψηλού βαθμού από τον οποίο κυρίως εκπορεύεται ο αναγνωστικός τρόμος πως αυτό δεν είναι αποκύημα της φαντασίας του συγγραφέα. Εκείνο που χαρακτηρίζει και τους τρεις χαρακτήρες είναι η βαθύτερη έλλειψη νοηματοδότησης, το απαραίτητο ζωοφόρο όραμα που θα σβήσει τη γεύση του ανικανοποίητου και της ματαιότητας, αυτή είναι και η απόχρωση του κόσμου γύρω τους, γύρω μας. Αυτή είναι στον πυρήνα της και η ιστορία που ο Σέιφερ επιθυμεί να αφηγηθεί· μια ιστορία σχεδόν ηρωική σε μια εποχή χαρακτηριστικά αντιηρωική.
Το Ουίσκυ Τάνγκο Φόξτροτ είναι ένα μυθιστόρημα δράσης, με μια πλοκή γεμάτη από πραγματικά κακούς και επίδοξους καλούς, που διαβάζεται αχόρταγα και θέτει διάφορα επίκαιρα ζητήματα, μεταφρασμένο άξια δια χειρός Λευτέρη Καλοσπύρου. Μάλιστα, οχτώ χρόνια μετά την κυκλοφορία του, το βιβλίο όχι μόνο δεν μοιάζει παρωχημένο, αλλά στέκει ακόμα πιο ρεαλιστικά επίκαιρο σχετικά με την εκμετάλλευση των προσωπικών δεδομένων, αποκαλύπτοντας την οξυδέρκεια του συγγραφέα του. Βέβαια, καλά μυθιστορήματα δράσης υπάρχουν αρκετά, κάποια ίσως ακόμα καλύτερα από το μυθιστόρημα του Σέιφερ. Μια αυστηρή ειδολογική κατάταξη του βιβλίου αυτού θα φανέρωνε μια ελλειμματική προσέγγιση που, ανάμεσα σε άλλα, δεν θα δικαιολογούσε την παρουσία ονομάτων όπως ο Φίλιπ Ντικ, ο Τσακ Πόλανικ, ο Τόμας Πίντσον, ο Ντον ΝτεΛίλο και ο Ντέιβιντ Φόστερ Γουάλας στη λίστα με τις επιρροές και τις διακειμενικές συγγένειες.
Αρκετές αρετές της γραφής του Σέιφερ θα μπορούσε να απαριθμήσει κανείς, εντούτοις η πλέον παράδοξη είναι μάλλον εκείνη που προσδίδει κάτι το ξεχωριστό εδώ. Ο Σέιφερ υποσκάπτει εξ αρχής και διαρκώς το ίδιο του το μυθιστόρημα, θέτοντας διαρκώς υπό αμφισβήτηση την αλήθεια. Είναι τέτοιος ο τρόπος με τον οποίο χρησιμοποιεί τη συνωμοσία ως ασταθές υλικό στην κατασκευή του, που καταφέρνει να αποτυπώσει την παράνοια της εποχής και να θέσει σε λειτουργία μια γεννήτρια υπαρξιακών ερωτημάτων, χωρίς να προσφέρει καμία βεβαιότητα πέρα από εκείνη που είναι διατεθειμένος να πιστέψει ο αναγνώστης, όπως και οι τρεις χαρακτήρες του Σέιφερ, αποκαλύπτοντας, όπως κάθε σπουδαίο βιβλίο, κάτι για το ποιοι είμαστε στην ουσία μας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου