Το επόμενο βιβλίο στέκει ανυπόμονο στην κορυφή της στοίβας με τα προσεχώς. Δεν το ενοχλεί ο ήλιος, δεν το βαραίνει η σκόνη που κατακάθεται στο εξώφυλλό του. Τώρα πια μπορεί να αναπνέει. Ξέροντας πως θα είναι το επόμενο νιώθει τον χρόνο να παγώνει, δεν περνούν οι μέρες γρήγορα όπως πριν, όταν ανέμενε στο σκοτάδι.
Σε κοιτάζει επίμονα, προσπαθεί να κάνει αισθητή την παρουσία του στον χώρο. Κάποιο - άγνωστο σε αυτό - νήμα το οδήγησε ως εδώ. Θυμάται πως το πρωτοκοίταξες στο ράφι του βιβλιοπωλείου, πως έσκυψες και το τράβηξες έξω, τη ζήλια των γειτόνων του, πως το κράτησες στα χέρια σου και με πόση προσοχή γύρισες την πρώτη σελίδα, την απόπειρα να φέρεις την μύτη σου κοντά για να το μυρίσεις στα κρυφά. Φοβήθηκε για λίγο την απόρριψη όταν σε ένιωσε να διστάζεις, "φταίω εγώ ή η τιμή που μου κόλλησαν στην πλάτη;" σκέφτηκε. Με πόση χαρά ένιωσε την δέσμη του ερυθρού φωτός και άκουσε τον ήχο της ταμειακής μηχανής. Ύστερα στην τσάντα, στο μετρό, στο ασανσέρ για να καταλήξει στην στοίβα...
Γνωρίζει την διαδικασία. Ένα βράδυ θα τραβήξεις με προσοχή το αυτοκόλλητο με την τιμή και θα το αφήσεις στο κομοδίνο δίπλα στο κρεβάτι...
Αλλά νιώθει και μια αγωνία για το αν θα καταφέρει να σταθεί στο ύψος των προσδοκιών ή θα το παρατήσεις στη μέση.
ΑπάντησηΔιαγραφή(εκτός αν δεν τα αφήνεις ποτέ μέχρι να φτάσεις στο τέλος)