Αργά ή γρήγορα, κάθε βιβλιοφιλική συζήτηση καταλήγει στη Λατινική Αμερική, έτσι έγινε και εκείνο το βράδυ. Πρότεινα το Παρελθόν του Άλαν Πάουλς, αντιπρότεινε το Βαράμο του Σέσαρ Άιρα, το σημείωσα για να το αναζητήσω, λίγες εβδομάδες αργότερα έπεσα πάνω του.
" Μια μέρα του 1923, στην πόλη της Κολόν (Παναμάς), ένας γραφέας τρίτης τάξεως έβγαινε από το υπουργείο όπου επιτελούσε τα καθήκοντά του, μετά το τέλος του ωραρίου του, και αφού προηγουμένως είχε περάσει από το Ταμείο για να εισπράξει το μισθό του, καθώς ήταν η τελευταία εργάσιμη μέρα του μηνός. Στο διάστημα που μεσολάβησε ανάμεσα σε εκείνη τη στιγμή και στο ξημέρωμα της επόμενης ημέρας, περίπου δέκα ή δώδεκα ώρες αργότερα, έγραψε ένα μεγάλο ποίημα, ολοκληρωμένο από την απόφαση να το γράψει μέχρι την τελεία του τέλους, ύστερα από την οποία δεν επρόκειτο να κάνει ούτε προσθήκες ούτε τροποποιήσεις."
Ο δημόσιος υπάλληλος Βαράμο, συνειδητοποιεί πως τα δύο χαρτονομίσματα της αμοιβής του είναι πλαστά, η δίνη τίθεται σε περιστροφή, αναζητά λύσεις για το πρόβλημά του, διαπραγματεύεται τα αισθήματα ενοχής, περιπλανιέται στους δρόμους της πολιτείας.
Από τις πρώτες γραμμές, ο καλός αναγνώστης διακρίνεται πίσω από τον συγγραφέα, ένα χωνευτήρι επιρροών, ο Μπόρχες και ο Κάφκα παρόντες, η πλαστότητα, με αφορμή τα χαρτονομίσματα, ο τρόπος αφήγησης που φέρνει στο νου τον Λεοπόλδο Μπλουμ. Ακροβασία ανάμεσα στο αριστούργημα και τη φάρσα. Η τεχνική συχνά, αν όχι πάντα, υπερισχύει της ψυχής. Ορισμένα κομμάτια με άφησαν πραγματικά μαγεμένο, με ένα αίσθημα γνώριμο που μόνο η επαφή με σπουδαία έργα προκαλεί, όμως η τελειότητα τείνει, ορισμένες φορές, να δημιουργεί μία απόσταση, πρόσωπο δίχως ρυτίδα καμιά, αψεγάδιαστο αλλά όχι πραγματικά ποθητό, μπιμπελό διακοσμητικό. Η λάμψη όμως μαγνητίζει, όπως το έντονο φως τα νυχτερινά έντομα, μια ανάγνωση περισσότερο εγκεφαλική παρά συναισθηματική,
Κοινά χαρακτηριστικά παρουσιάζει και η δεύτερη νουβέλα της συγκεκριμένης έκδοσης, με τίτλο, Ένα επεισόδιο από τη ζωή του ταξιδευτή ζωγράφου.
" Λίγοι ταξιδευτές ζωγράφοι πραγματικά καλοί έχουν υπάρξει στη Δύση. Ο καλύτερος από όσους γνωρίζουμε, και για τους οποίους διαθέτουμε άφθονα ντοκουμέντα, ήταν ο μέγας Ρουγκέντας, ο οποίος βρέθηκε δύο φορές στην Αργεντινή: η δεύτερη, του 1847, του έδωσε την ευκαιρία να καταγράψει τα τοπία και τα πρόσωπα του Ρίο ντε λα Πλάτα."
Παρόμοια διάθεση για "παραχάραξη" της Ιστορίας, αναγνωστική γεύση που θυμίζει εκείνη της Ιδιωτικής Πινακοθήκης του Περέκ. Ο Ρουγκέντας περιδιαβαίνει την Αργεντινή, παρέα με τον νεαρό Κράουζε, αποτυπώνει στον καμβά τις εικόνες και την ιστορία, τη σύγκρουση των Ισπανών αποίκων και των γηγενών, επιχειρεί να απεικονίσει την πραγματικότητα, να στήσει μια γέφυρα πάνω από τον Ατλαντικό. Η ζωγραφική δεσπόζει, νατουραλισμός και φυσικό τοπίο, λαογραφία. Το πινέλο του Ρουγκέντας επηρεάζεται από την επαφή με τους ανθρώπους, τα καιρικά φαινόμενα, την προσωπική διάθεση, αποτύπωση υποκειμενική, φιλτραρισμένη μέσα από τη ματιά του ξένου.
Ο Άιρα είναι δημιουργός με τη βιβλική έννοια του όρου, επιχειρεί να πλάσει ένα κορμί τέλειο, κατ' εικόνα και καθ' ομοίωσιν της υψηλής λογοτεχνίας, αυστηρός στο γούστο και στις προδιαγραφές, επιχειρεί απανωτές δοκιμές - εντυπωσιακά πολυγραφότατος συγγραφέας - προσδοκώντας, πως αργά ή γρήγορα κάποιο δημιούργημά του θα του χαρίσει το αίσθημα της πληρότητας και τότε εκείνος, σε αντάλλαγμα, θα του εμφυσήσει την Ψυχή.
Μετάφραση Κώστας Αθανασίου
Εκδόσεις Καστανιώτη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου