Πέμπτη 29 Σεπτεμβρίου 2011

Η Φάρσα - Έρση Σωτηροπούλου

" Πώς μπορεί να προσδιοριστεί η επιτυχία μιας τηλέφωνικής φάρσας; Η Ρένα σούφρωσε τα χείλη της με δυσαρέσκεια. Μια φάρσα πετυχαίνει μόνο όταν μπάζει τον άλλο σ'ένα διαφορετικό κόσμο παράλληλο με τον δικό του αλλά διαμετρικά αντίθετο. Όταν τον παρασύρει στην προβληματική και στην εσωτερική δράση αυτού του κόσμου. Εδώ όλο το παιχνίδι κρέμεται από την στρατηγική του φαρσέρ. Η Ρένα ακούμπησε το φλιτζάνι του καφέ στο πιατάκι του και κοίταξε γύρω της βαριεστημένη. Άντε να βρεις τους κατάλληλους δέκτες αναστέναξε."


Χρόνια έχω να πέσω θύμα φάρσας, πρόκειται άραγε για σύμπτωση ή μήπως η αναγνώριση σε σταθερά και κινητά περιόρισε το φαινόμενο;

Το 1982 πρωτοκυκλοφόρησε η Φάρσα της Έρσης Σωτηροπούλου από τις εκδόσεις Κέδρος, το 2010 επανακυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Πατάκη. Εδώ και αρκετό καιρό το είχα στα υπόψη, μια φίλη διάβασε το Εορταστικό τριήμερο στα Γιάννενα, της άρεσε και αποτέλεσε έτσι την αφορμή.

Ιδιαίτερος τρόπος γραφής και δομής. Με άφησε να πιστεύω πως ίσως δεν είναι τόσο προφανές αυτό που θέλει πραγματικά να πει, ίσως επιστρέψω στις σελίδες σε μερικά χρόνια για να δω μήπως μπορέσω να τραβήξω την αραχνούφαντη κουρτίνα που σα να ένιωσα πως υπάρχει.

Η Ρένα και η Τίτι είναι φίλες. Κυρίαρχο μέρος της καθημερινότητάς τους είναι οι τηλεφωνικές φάρσες. Υπέροχο το εύρημα της Σωτηροπούλου να μην μας αποκαλύπτει τα λόγια αυτού που δέχεται την κλήση, σε αφήνει έτσι να υποθέτεις εσύ τον διάλογο, να γεμίζεις τα κενά. Εκτός από τις δύο νεαρές πρωταγωνιστεί επίσης και ένα πουκάμισο αλλά δεν σας αποκαλύπτω περισσότερα επ'αυτού.

Φάρσα είναι σίγουρα ένας πετυχημένος τίτλος, ακριβής, αναφέρεται σε αυτό στο οποίο σε πρώτο επίπεδο στηρίζεται η ιστορία, διαβάζοντας όμως το βιβλίο θα έλεγα πως και το Όνειρο θα ήταν ένας ακόμα τίτλος που θα ταίριαζε στο βιβλίο αυτό, ίσως τελικά για μένα να είναι και πιο αντιπροσωπευτικός, γνώμη σαφέστατα υποκειμενική.

Υπέροχο το εξώφυλλο της έκδοσης.

Τρίτη 27 Σεπτεμβρίου 2011

Amador (2010)







Παίρνοντας στα χέρια μου το πρόγραμμα από τις Νύχτες πρεμιέρας ήξερα πως και φέτος δεν θα κατάφερνα να δω όσες ταινίες θα ήθελα, είναι παράξενος μήνας ο Σεπτέμβρης για μένα συνήθως. Καθώς το ξεφύλλιζα λοιπόν το μάτι μου έπεσε σε ένα γνωστό όνομα, Φερνάντο Λεόν ντε Αρανόα, σκηνοθέτη του εξαιρετικού "Δευτέρες με λιακάδα" (Lunes al sol, 2002), με τον Χαβιέ Μπαρδέμ σχεδόν άγνωστο τότε.

Για μένα ο Φερνάντο Λεόν ντε Αρανόα είναι ο Ισπανός Κεν Λόουτς, πολιτικό σινεμά, όχι όμως έντονα στρατευμένο. Ταινίες που στηρίζονται στο σενάριο και στις ανθρώπινες ερμηνείες, η σκηνοθεσία δεν καλύπτει αλλά αναδεικνύει την ιστορία. Γλυκόπικρες όπως η ίδια η ζωή, θα μπορούσε κάποιος να ισχυριστεί πως πρόκειται για ντοκιμαντέρ.

Η Γιολάντα είναι μετανάστρια στην Ισπανία, η χώρα της δεν βρέχεται από την θάλασσα. Διέσχισε τον Ατλαντικό με όνειρα και υποσχέσεις για μια καλύτερη ζωή, ο άντρας της ασχολείται με το εμπόριο λουλουδιών, εικόνα οικεία και στα μέρη μας, φανάρια,μπαρ, γιορτές. Τα λουλούδια είναι αναπόσπαστο μέρος της ανθρώπινης ζωής, στα βαφτίσια πάνε λουλούδια, στις κηδείες επίσης και στο ενδιάμεσο ο κόσμος δεν σταματά να κάνει έρωτα... Προσπάθησε να ξεφύγει, δεν τα κατάφερε, η ζωή δεν τα φέρνει πάντα όπως τα σχεδιάζουμε. Για να ενισχύσει το οικογενειακό εισόδημα αναλαμβάνει την φύλαξη ενός ηλικιωμένου του Αμαδόρ, με τον οποίο θα αναπτύξουν μια ιδιαίτερη σχέση.

Το βλέμμα της και μόνο σε κάνει να θες να κλάψεις. Η Γιολάντα και ο Αμαδόρ πλαισιώνονται από εξαιρετικά καλοδουλεμένους δεύτερους ρόλους. Το σενάριο σφιχτό και ρεαλιστικό. Δεν επιδιώκει να προκαλέσει την λύπηση του θεατή, είναι πολύ σημαντικό αυτό.

Μπορεί η κρίση να έγινε της μόδας τα τελευταία χρόνια, όμως υπάρχουν άνθρωποι οι οποίοι πάντα ζούσαν σε κρίση, σε αυτούς αφιέρωσε την ταινία ο σκηνοθέτης προλογίζοντας την ταινία.

Μου θύμησε το σχεδόν σύγχρονο Biutiful του Ινιάριτου, το οποίο όμως ήταν πολύ πιο σκληρό, δράμα 100% χωρίς καμία αχτίδα φωτός, αντίθετα με το Αμαδόρ το οποίο ήταν πιο ρεαλιστικό και περιείχε και στιγμές γέλιου.

Το ευχάριστο είναι πως, όπως ανακοινώθηκε κατά την παρουσίαση του σκηνοθέτη, βρήκε διανομή στις ελληνικές αίθουσες αλλά δυστυχώς δεν θυμάμαι τον τίτλο που θα έχει στα ελληνικά. Να έχετε το νου σας για να μην χάσετε αυτή την ταινία παρακαλώ.

Σάββατο 24 Σεπτεμβρίου 2011

Το τέλος των βιβλίων και ο Τομ Ρόμπινς




Είχα μια φοβία. Ξεκίνησε από την απλή σκέψη " Φαντάσου να μπεις μια μέρα σε αυτό το τεράστιο βιβλιοπωλείο και να μην υπάρχει τίποτα που να θες να διαβάσεις, τι θα έκανες;"
Στο "άκουσμα" της ίδιας μου της σκέψης πάγωσα, ήμουν τότε σε μια αναγνωστική ηλικία που πίστευα πως δεν μου έφταναν δύο ζωές για να διαβάσω τα βιβλία που ήθελα να διαβάσω, τώρα μάλλον τα πράγματα είναι ακόμα χειρότερα. Συνηθίζουν όμως οι φοβίες να μην έχουν βάση στην λογική, ρίχνουν ρίζες βαθιά μέσα μας και όταν φανερώνονται είναι πια δύσκολο να τις ξεριζώσεις.

Μην με ρωτήσετε πως η σκέψη μου έφτασε ως το Σιάτλ και τον Τομ Ρόμπινς, δεν ξέρω. Και όμως ήταν η απόλυτη απάντηση στο ερώτημα, η λύση του προβλήματος. Ο χορός των εφτά πέπλων θα είναι το βιβλίο που θα με περιμένει στο τέλος των βιβλίων, το μόνο βιβλίο του Ρόμπινς που δεν έχω διαβάσει, δεν τολμώ καν να το αγοράσω ως επένδυση για το μέλλον γιατί φοβάμαι πως δεν θα μπορέσω να αντισταθώ στην παρουσία του. Θα είναι το βιβλίο εκείνο που λόγω του όγκου του και της εμπιστοσύνης μου στο πρόσωπο του συγγραφέα με κάνει να αισθάνομαι σίγουρος πως θα μου δώσει την απαραίτητη παράταση μέχρι να βρεθεί το επόμενο βιβλίο, γιατί δεν μπορεί, θα υπάρξει ένα επόμενο βιβλίο, το τέλος δεν μπορεί να είναι τίποτα άλλο παρά μια προσωρινή κατάσταση.

Τώρα πια δεν είναι φοβία λέω, είναι μάλλον ένα χαριτωμένο σχόλιο που κάνω σε όποιον τύχει να συζητήσω μαζί του σχετικά με τον Ρόμπινς, είναι μια σκέψη που με κάνει να χαμογελώ στην θέα του βιβλίου εκεί στο γράμμα Ρ του βιβλιοπωλείου.

Δεν φοβάμαι το τέλος των βιβλίων ισχυρίζομαι, αλλά ταυτόχρονα αποφεύγω να χορέψω ανάμεσα στα εφτά πέπλα που μου κρύβουν την θέα του τέλους...

Πέμπτη 22 Σεπτεμβρίου 2011

Παραφωνία - Δημήτρης Σωτάκης

Πέρυσι τέτοια εποχή είχα επιλέξει να διαβάζω μόνο ελληνική λογοτεχνία, σαν εμμονή έμοιαζε αυτή η προσπάθεια να πετάξω τον μεταφραστή έξω από την αναγνωστική εξίσωση, από την άλλη όμως είχα την τύχη να γνωρίσω αξιόλογους συγγραφείς και όμορφα βιβλία για τα περισσότερα εκ των οποίων υπάρχουν σχετικές αναρτήσεις εκείνης της περιόδου στο ιστολόγιο αυτό.
Το θαύμα της αναπνοής, είναι ένα από εκείνα τα όμορφα βιβλία. Εδώ και καιρό ήθελα να επιστρέψω στον ιδιαίτερο κόσμο του Δημήτρη Σωτάκη, και έπραξα σοφά.

Το σκηνικό που χτίζει και σε αυτό το βιβλίο είναι καφκικό, οι καταστάσεις αναβλύζουν παράλογο. Η γλώσσα του είναι (μάλλον επί τούτου) απλή, χαρακτηριστικό το οποίο οξύνει τόσο το καφκικό όσο και το παράλογο.

Ο ήρωας είναι ένας απλός, καθημερινός άνθρωπος που εργάζεται σε ένα γραφείο. Για να σπάσει την εργασιακή ρουτίνα και να γεμίσει τον ελεύθερο χρόνο του συμμετέχει στην ερασιτεχνική χορωδία του πολιτιστικού κέντρου της περιοχής του. Όταν μια μέρα ο πρόεδρος του κέντρου του κάνει δριμύτατες παρατηρήσεις σχετικά με ένα φάλτσο του κατά την τελευταία πρόβα δεν μπορεί (και πώς θα μπορούσε άλλωστε;) να αντιληφθεί πως αυτό του το "λάθος" θα του επηρεάσει σε τόσο μεγάλο βαθμό την ζωή...


Είναι παράξενο το συναίσθημα που σου προκαλούν τα βιβλία σαν και αυτό, θα μπορούσες να το αποκαλέσεις απόλαυση άραγε; Σου βάζει δύσκολα επειδή ακριβώς σε θέτει αντιμέτωπο με κάτι απλό και παράλογο. Μια παραφωνία ενός ερασιτέχνη του καταστρέφει την ζωή, τρόμος χωρίς την ανάγκη της σχετικής μουσικής.

Ο Δημήτρης Σωτάκης γεννήθηκε στην Αθήνα το 1973. Μοιράζει τον χρόνο του ανάμεσα στο γράψιμο και στη μουσική.

Εκδόσεις Κέδρος.

υ.γ. Θυμήθηκα ακόμα ένα όμορφο βιβλίο με αντίστοιχο κλίμα, το "100 μέτρα κάτω από το γέλιο" του Αστέρη Αστεριάδη από τις εκδόσεις Χαραμάδα που είχα διαβάσει παλιότερα.

Τρίτη 20 Σεπτεμβρίου 2011

Melancholia (2011)



Ίσως η τελευταία ταινία σε θερινό κινηματογράφο για φέτος. Πηγαίνοντας προς το σινεμά σκεφτόμουν πως ίσως ήταν πολύ καλός ο καιρός για μια ταινία σαν και αυτή, ίσως θα έπρεπε να κάνει λίγο κρύο, ίσως να βρέχει, να είναι καθημερινή και το κλειστό σινεμά να είναι σχεδόν άδειο, τελευταία προβολή, όταν όλοι θα το είχαν δει. Συνηθίζω να στήνω στο μυαλό μου το ιδεατό κατ'εμέ σκηνικό. Φεύγοντας από το σινεμά όλα τα παραπάνω μετατράπηκαν σε μικρές και ανούσιες λεπτομέρειες, οι εικόνες και το συναίσθημα κατοικούσαν εκεί παρέα με μια έντονη επιθυμία για ποτό.

Οι εικόνες της αρχής, πίνακες ζωγραφικής σε αργή κίνηση, εκτός από εισαγωγή με έκαναν να αναλογιστώ το πόσο έχει πια απομακρυνθεί ο Δανός δημιουργός από το Δόγμα 95. Μόνο η κάμερα στο χέρι έμεινε θαρρείς. Στην ουσία βέβαια ποτέ δεν το υπηρέτησε παρά μόνο στην ταινία "Ηλίθιοι", απλά τώρα έκανε ένα ακόμη βήμα πιο πέρα.

Δύο αδερφές πρωταγωνιστούν, η κάθε μια δίνει το όνομά της σε καθένα από τα αντίστοιχα μέρη της ταινίας. Η Τζαστίν, επιτυχημένη κειμενογράφος σε διαφημιστική, παντρεύεται, η δεξίωση λαμβάνει χώρα στο σπίτι του άντρα της Κλερ. Λίγο πριν την ευτυχία βρισκόμαστε ενώ ο πλανήτης Μελαγχολία βρίσκεται σε πορεία σύγκρουσης με την γη.

Το σενάριο κατανοητό αλλά μάλλον σε δευτερεύοντα ρόλο, υπέρβαση σεναριακή, το σενάριο μία κόλλα χαρτί στα χέρια των συντελεστών, η κάμερα στις διαταγές του δημιουργού, ας μιλήσουν οι εικόνες.

Το πρώτο μέρος θυμίζει την "Οικογενειακή γιορτή" του Βίντεμπεργκ έτερου δημιουργού του Δόγματος, κοινωνικό δράμα σκανδιναβικής προέλευσης. Το δεύτερο μέρος τελολογικό, ο Τρίερ αντικαθιστά τον Θεό των δασκάλων του Ντράγιερ και Μπέργκμαν με την Φύση.

Έχω ένα θέμα με τα ειδικά εφφέ στον κινηματογράφο ως προς την αναγκαιότητά τους, ο δημιουργός επιλέγει την χρήση τους, σε μικρό σχετικά βαθμό, ως μέρος του στυλιζαρίσματος και με βρίσκει σύμφωνο ίσως εκτός από την τελυταία σκηνή για την οποία θα προτιμούσα μάλλον κάτι πιο αφαιρετικό.

Για έναν σκηνοθέτη που έχει υπογράψει ταινίες όπως το Δαμάζοντας τα κύματα, Χορεύοντας στο σκοτάδι και Dogville ο πήχης έχει τοποθετηθεί πολύ ψηλά και καλώς ή κακώς σε κάθε νέα του δημιουργία θα έρχεται αντιμέτωπος με την αναπόφευκτη σύγκριση. Εγώ από τον Τρίερ γνώρισα και αγάπησα το σκανδιναβικό σινεμά οπότε μάλλον δεν είμαι αντικειμενικός στην κρίση μου.

Δοκιμάστε να έρθετε σε επαφή με τον σκανδιναβικό κινηματογράφο, κάντε βήματα παράλληλα αλλά μην διστάσετε να πάτε και λίγο παλιότερα για να γνωρίσετε αυτούς που έθεσαν τις βάσεις παίρνοντας τα σκήπτρα από τους μεγάλους θεατρικούς συγγραφείς και σκηνοθέτες.

Καλό χειμώνα!

Κυριακή 18 Σεπτεμβρίου 2011

Φοβάμαι - Σιμό

"Είμαι όπως ήμουνα. Σχεδόν όπως ήμουνα, κι ένα χρόνο πιο μεγάλος. Με την όρεξη να γράφω που μου 'μεινε κολλημένη. Να γράφω πολλά και ωραία, πολύ το κάνω κέφι. Είναι κάτι τύποι που τους βλέπεις παντού στην τηλεόραση, τη νύχτα προπάντων, μιλάνε σαν να τους έχει πιάσει ευκοιλιότητα και μηδέν ζουμί στα βιβλία τους, μονάχα αέρας κοπανιστός. Εγώ είμαι το αντίθετο. Δεν μ' έχουν δει και ούτε θα με δουν ποτέ. Δεν είμ' εγώ για να δείχνομαι και να μιλάω, δεν έχω μάθει καλούς τρόπους εξάλλου τους φοβάμαι τους δημοσιογράφους, έχουν ένα ύφος ότι τα ξέρουν όλα κι ότι πολύ τους τσαντίζει που σε καλέσανε. Εγώ γουστάρω να βάζω τις λέξεις μαζί και οι άλλοι να τις διαβάζουνε. Λέξεις από παντού, λέξεις από πάνω από το τραπέζι, από κάτω από το κρεβάτι, λέξεις σπασμένες, για να βλέπεις μαύρα αστράκια. Αν μερικοί σκέφτονται με το καυλί τους, εγώ είμαι αλλιώς."



Ο συγγραφέας του μυθιστορήματος "Φοβάμαι" είναι άγνωστος. Το χειρόγραφο, όπως και αυτό του πρώτου του βιβλίου, " Τι λέει η Λίλα", έφτασε στα χέρια του Γάλλου εκδότη μέσω ενός δικηγόρου.
Ο συγγραφέας είναι ο ήρωας της ιστορίας αυτής. Μετά την επιτυχία του πρώτου του βιβλίου βρίσκεται με ένα σωρό λεφτά να τριγυρνάει στην σκοτεινή πλευρά του Παρισιού ανάμεσα σε μικροαπατεώνες, πόρνες και τρελλούς.
Δίνει την αίσθηση του αυτοβιογραφικού το κείμενο, δεν ξέρω αν στα αλήθεια είναι.

Στην αρχή η γλώσσα του με ενόχλησε, ο τρόπος γραφής, δεν είναι το στυλ μου μάλλον, σκέφτηκα, καθώς προόδευα στην ανάγνωση όμως, με συνέλαβα να ρέπω στην συγκίνηση και τελικώς να παραδίδομαι σε αυτή την αφέλεια του συγγραφέα - ήρωα με την συναισθηματική δυσκοιλιότητα.

Ο ήρωας ένας πλούσιος Όλιβερ Τουίστ ή ο ενήλικας πρωταγωνιστής του βιβλίου "Ο φύλακας στη σικάλη" και ο συγγραφέας που έχει διαβάσει στα νιάτα του Μπουκόφσκι και Βιάν. Κάπως έτσι σχηματοποίησε το λογοτεχνικό μέρος του μυαλού μου (λέτε όντως να υπάρχει τέτοιο μέρος;) το βιβλίο αυτό του απρόσωπου συγγραφέα με το ψευδώνυμο Σιμό, ένα έργο που σίγουρα εγείρει πολεμική και δημιουργεί στρατόπεδα φανατικών.

Εκδόσεις Ωκεανίδα.
Μετάφραση Έφη Κορομηλά.

Πέμπτη 15 Σεπτεμβρίου 2011

Τα ουγγρικά ψάρια - Γιάννης Πλιώτας

Καθώς περνούν τα χρόνια, και συνεχίζω σε σταθερούς ρυθμούς να ταξιδεύω με αεροπλάνο, συνειδητοποιώ το ψέμα που κρύβεται πίσω από την διάρκεια του ταξιδιού. Παλιότερα συμμεριζόμουν και εγώ την άποψη ότι για παράδειγμα η Ρώμη απέχει από την Αθήνα δύο ώρες, σίγουρα θα έπαιζε ρόλο η χαρά και η προσμονή για το ταξίδι με αποτέλεσμα ο χρόνος να φαντάζει σχετικός. Και μπορεί η χαρά και η προσμονή ακόμα να υπάρχουν όμως ο χρόνος σαν να διαστέλεται. Ναι, η Ρώμη απέχει από την Αθήνα δύο ώρες αλλά από την στιγμή που θα ακούσεις τα σχετικά με τα μέτρα ασφάλειας και διάσωσης έως την στιγμή που θα σου ζητήσουν ευγενικά να παραμείνεις καθιστός μέχρι να ανοίξουν οι πόρτες (άσχετα που κανείς δεν το τηρεί και συνήθως βάζω στοίχημα για τον πρωταθλητή). Όντως το παραπάνω διάστημα είναι συνήθως δύο ώρες αν όλα πάνε καλά. Ο ταξιδιώτης όμως δεν απέχει δύο ώρες από την Ρώμη, απέχει περισσότερο, η διαδρομή μέχρι το αεροδρόμιο, ο χρόνος που απαιτείται για check in κλπ. Είναι περισσότερο μια διαπίστωση το παραπάνω παρά ένα παράπονο καθώς έχω (ακόμα) την επίγνωση πως το αεροπλάνο μπορεί να σε πάει σε μέρη που μάλλον δύσκολα θα πήγαινες αλλιώς, απλώς από τον ρεαλισμό ως την αποθέωση υπάρχει δρόμος.

Όλες αυτές οι ώρες αποτελούν μια θαυμάσια ευκαιρία για διάβασμα.

Πριν λίγες εβδομάδες μια ευχάριστη έκπληξη με περίμενε στα εισερχόμενα του ηλεκτρονικού μου ταχυδρομείου. Ο Γιάννης Πλιώτας, ο άνθρωπος που βρίσκεται πίσω από τις Βορειοδυτικές εκδόσεις, μου έστειλε mail μέσω του οποίου μου εξέφραζε την επιθυμία του να μου στείλει δύο βιβλία των εκδόσεων του! Μετά τις απαραίτητες συνεννοήσεις και το πέρας κάποιων ημερών το δέμα έφτασε στην πόρτα μου. Τότε οι μέρες μου ήταν γεμάτες από την παρουσία του Δόκτωρ Ζιβάγκο, την στιγμή όμως που έφτιαχνα την βαλίτσα ήξερα ποιό θα ήταν ένα από τα βιβλία που θα κουβάλαγα μαζί μου.

Πολύ καλή επιλογή για ταξίδι τα "Ουγγρικά ψάρια". Η πρόζα για μένα έχει δύο χαρακτηριστικά, πρώτο είναι ότι στην μητρική σου γλώσσα έχει μεγαλύτερη επίδραση, δύσκολο το έργο του μεταφραστή, καθώς τα λογοπαίγνια και η επικαιρότητα παραμονεύουν, δεύτερο χαρακτηριστικό είναι η λεπτή γραμμή που χωρίζει τον έξυπνο συγγραφέα από τον εξυπνάκια, με αρκετούς έχω διαφωνήσει γύρω από το έργο του Λένου Χρηστίδη για παράδειγμα ενώ με περισσότερους έχω συμφωνήσει, εμένα πάντως ούτε ο Γιάννης ούτε ο Λένος δε μου φαίνονται εξυπνάκηδες.

" Μετανοείτε. Το τέλος ακίνητης περιουσίας πλησιάζει."

Η ανάγνωση διήρκεσε όσο και το ταξίδι σχεδόν, αν και δυστυχώς ανά τακτά χρονικά διαστήματα αναγκαζόμουν να αφήσω την ανάγνωση λόγω θορύβου, μετακίνησης, ελέγχου, επιβίβασης και αποβίβασης.

Η παραπάνω χρήση του όρου πρόζα για κανέναν λόγο δεν σημαίνει την απουσία πλοκής. Πρωταγωνιστής της ιστορίας ο συγγραφέας που ξαφνικά βρίσκεται μπλεγμένος σε μια παράξενη υπόθεση. Ένας φίλος από τα παλιά ανακάλυψε κάτι που δεν έπρεπε και τώρα κάποιοι τον κυνηγούν...

Το ξέρω πως θα μπορούσα να γράψω περισσότερα σχετικά με την υπόθεση, αλλά νιώθω πως δεν πρέπει.

Απλά θα ήθελα να δώσω μια συμβουλή: μην διαβάσετε το βιβλίο αυτό αν δεν έχετε δει την ταινία "Η 6η αίσθηση" και σκοπεύετε να το κάνετε κάποια στιγμή στο μέλλον.

Τα περασμένα Χριστούγεννα διάβασα το 1.οοο.οοο στιγμές του Μιχάλη Φουντουκλή. Σε εκείνη την ανάρτηση είχα αναφερθεί στο πως αντιλαμβάνονται οι Βορειοδυτικές εκδόσεις τα πνευματικά δικαιώματα. Μια σειρά από ελευθερίες στην θέση των απαγορεύσεων. Δεν ξέρω αν κάπου εκεί κρύβεται κάποιο μάρκετινγκ τρικ και δεν με νοιάζει.


υ.γ. Τώρα που έχω το βιβλίο δίπλα μου συνειδητοποιώ πως πέρασα από τόσους ελέγχους αεροδρομίων έχοντας στην κατοχή μου ένα βιβλίο που έχει στο εξώφυλλό του ένα καλάσνικοφ...