Παρασκευή πρωί. Από καιρό φλερτάρω με την ιδέα να διαβάσω την Πόλη του Crouch, υπάρχει κάτι στο εξώφυλλο και στο αφηρημένο του τίτλου που με έλκει. Βρίσκομαι στο βιβλιοπωλείο, το προηγούμενο βράδυ έχω τελειώσει το βιβλίο που διάβαζα και αναζητώ το επόμενο, αρχίζω να διαβάζω τις πρώτες γραμμές.
Όταν ξαναβρήκε τις αισθήσεις του, ήταν ξαπλωμένος ανάσκελα και ο ήλιος του έλουζε το πρόσωπο, ενώ από κάπου κοντά ακουγόταν κελάρυσμα νερού. Το φως έκανε το οπτικό του νεύρο να πονάει και αισθανόταν κάτι σαν παλλόμενη δόνηση που όμως δεν συνοδευόταν από πόνο στη βάση του κρανίου του - μακρινό ακόμα προμήνυμα μιας επερχόμενης ημικρανίας.Συνεχίζω να διαβάζω. Ο άντρας συνέρχεται σταδιακά, αγγίζει το τραυματισμένο του κορμί, ψάχνει τις τσέπες του για να διαπιστώσει πως είναι άδειες, παρατηρεί τη φύση γύρω του, προσπαθεί να ανασυντάξει τη μνήμη του, να καταλάβει. Συνειδητοποιεί πως γνωρίζει έξι πράγματα:
Το όνομα του Προέδρου.Τριάντα σελίδες μετά κατευθύνομαι στο ταμείο. Πρέπει να μάθω τι απέγινε ο ήρωας.
Πώς ήταν το πρόσωπο της μητέρας του, αν και δεν μπορούσε να ανακαλέσει στη μνήμη του ούτε το όνομά της ούτε τον ήχο της φωνής της.
Ότι ήξερε να παίζει πιάνο.
Και να πιλοτάρει ελικόπτερο.
Ότι ήταν τριάντα επτά χρονών.
Και ότι έπρεπε να πάει στο νοσοκομείο.
Ο παντογνώστης αφηγητής αναλαμβάνει να διηγηθεί την ιστορία του ανώνυμου άντρα, με το πληγωμένο κορμί και τη σχεδόν ανύπαρκτη μνήμη, απαντώντας σιγά σιγά στο πλήθος των ερωτημάτων, τόσο εκείνων που προϋπάρχουν, όσο και εκείνων που δημιουργούν οι πρώτες απαντήσεις. Η βασική αρετή του μυθιστορήματος, αναγνωρίσιμη από τις πρώτες κιόλας σελίδες, είναι η ικανότητα του συγγραφέα να εμπλέξει ολοκληρωτικά τον αναγνώστη, να τον καθηλώσει. Από την άλλη, το βασικό διακύβευμα έγκειται στην τελική λύση του μυστηρίου, σημείο στο οποίο θα κριθεί η τελική αξιολόγηση, το εύρημα από μόνο του ποτέ δεν είναι αρκετό. Ο Crouch τα καταφέρνει περίφημα -περισσότερα δεν δύναμαι να αποκαλύψω. Βέβαια, θα ήταν μεροληπτικό να παραλείψει κανείς να επισημάνει την έλλειψη λογοτεχνικού ενδιαφέροντος, η γλώσσα του Crouch σκοπό έχει μόνο να διηγηθεί την ιστορία, να λειάνει το έδαφος μέχρι την τελευταία σκηνή, θα ήταν υπερβολή να υπάρχουν υψηλές απαιτήσεις, άλλες είναι οι αναγνωστικές προσδοκίες που εκπληρώνει η Πόλη.
Ο συγγραφέας δεν αρνείται την εμφανή επιρροή του θρυλικού Twin Peaks, μάλιστα, αποκαλύπτει πως η Πόλη γεννήθηκε από την επιθυμία του, όταν ήταν παιδί, να συνεχίσει την ιστορία της τηλεοπτικής σειράς!
Σαράντα οκτώ ώρες μετά γυρίζω την τελευταία σελίδα, από τις τριακόσιες ογδόντα. Δίχως ανάσα. Είναι εντυπωσιακό το συναίσθημα της αδηφάγου ανάγνωσης, που διακόπτεται μονάχα από κάποια υποχρέωση, της ανάγκης να δεις τι θα γίνει τελικά.
υ.γ Σύντομα αναμένεται από το FOX η τηλεοπτική μεταφορά του βιβίου, ενώ μέσα στον Μάρτη θα κυκλοφορήσει από τις Εκδόσεις Διόπτρα το δεύτερο μέρος της ιστορίας.
(Πρωτοδημοσιεύτηκε στα Χανιώτικα Νέα)
Μετάφραση Ουρανία Τουτουντζή
Εκδόσεις Διόπτρα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου