Ήταν μια παράξενη χρονιά το '20. Η ατομική αφήγηση ποτέ άλλοτε δεν πλησίασε τόσο πολύ στη συλλογική. Όλοι αφηγούνται μια -εκ του μακρόθεν- κοινή ανασκόπηση του έτους που πέρασε. Δεν ήταν βέβαια για όλους το ίδιο επώδυνη, ποτέ οι συνέπειες δεν είναι κοινές, δεν απαιτείται κάποια ενδελεχής κοινωνικοπολιτική μελέτη για να δειχτεί κάτι τέτοιο. Ενδιαφέρον παρουσιάζει επίσης και ο βαθμός σύγκλισης μεταξύ ορθολογιστών και προληπτικών σε ένα κοινό αίτημα: να φύγει το '20. Ποτέ άλλοτε ο συμβολικός χαρακτήρας της ολοκλήρωσης μιας περιστροφής γύρω από τον ήλιο δεν είχε τόσους πιστούς ως προς τη σημασία της.
Σε προσωπικό επίπεδο ήταν μια δύσκολη χρονιά. Έδειξε, σε κάποια ανύποπτη στιγμή, πως θα φέρει κάτι νέο. Λίγο μετά το αρνήθηκε. Αυτό ήταν το μη γεγονός της χρονιάς σε προσωπικό επίπεδο. Ακολούθησε ο μεγάλος σεισμός, ο φόβος του θανάτου. Ξαφνικά, εκείνη η φαινομενικά ανόητη και σίγουρα άχρηστη ατάκα πως τα πράγματα θα μπορούσαν να πάνε χειρότερα απέκτησε νόημα. Τα πράγματα εκείνη την ημέρα θα μπορούσαν να έχουν πάει στον γεροδιάβολο. Από τις ημέρες εκείνες μια εικόνα παραμένει ζωντανή: η θέα του ανοιχτού πορτμπαγκάζ ενώ μεταφέρουμε στα χέρια τα λιγοστά μας υπάρχοντα. Ούτε κούτες υπήρχαν, αλλά, κυρίως, ούτε χρόνος για μια οργανωμένη μετακόμιση. Εξακολουθώ όμως να νιώθω μέλος των τυχερών, όχι επειδή τα πράγματα θα μπορούσαν να έχουν πάει χειρότερα, αλλά επειδή στον στενό μου κύκλο πολλοί ήταν εκείνοι που πραγματικά ζορίστηκαν με τις καραντίνες σε διάφορα επίπεδα. Τυχερός γιατί περνώ την περίοδο αυτή στο νησί, μακριά από τη μεγάλη πόλη. Τυχερός γιατί η "επαγγελματική" μου καθημερινότητα δεν επηρεάστηκε. Τυχερός, κυρίως, γιατί δεν είμαι μόνος σε όλο αυτό.
Διάβασα περισσότερο από κάθε άλλη χρονιά, παρότι σε δεδομένες περιόδους δεν μπορούσα ούτε τα συστατικά από μια συσκευασία να διαβάσω. Διάβασα περισσότερο σε περιόδους που δεν συνηθίζω να διαβάζω, όπως τα Χριστούγεννα για παράδειγμα, που κάποτε ήταν μια περίοδος κοινωνικότητας, όταν οι φίλοι έρχονταν από το εξωτερικό, όταν κι εγώ επέστρεφα στη μεγάλη πόλη, όταν το έξω και το μαζί κυριαρχούσε. Αναγνωστικά μιλώντας, ήταν μια καλή χρονιά. Θα δοκιμάσω εδώ να καταγράψω κάποιες αναγνώσεις που τις θεωρώ σημαντικές, οι τίτλοι των βιβλίων λειτουργούν ως σύνδεσμοι προς τις αντίστοιχες αναρτήσεις.
Θα ξεκινήσω με δύο επιστροφές. Φέτος διάβασα ξανά μετά από χρόνια το Ταξίδι στην άκρη της νύχτας του Σελίν, βιβλίο το οποίο αποτελεί το χαρακτηριστικότερο ίσως παράδειγμα σε κάθε συζήτηση περί της διάκρισης ή μη μεταξύ έργου και δημιουργού. Το πρώτο μέρος δεν το ευχαριστήθηκα, ίσως γιατί κρατούσα έναν μεγεθυντικό φακό με σκοπό να εντοπίσω σε αυτό στοιχεία της ιδεολογίας του συγγραφέα. Όταν εγκατέλειψα την έρευνα, αποδεχόμενος, ίσως, την έλλειψη ενοχοποιητικών στοιχείων, απόλαυσα αυτό το σπουδαίο βιβλίο. Διάβασα επίσης ξανά το σύνολο των βιβλίων του Ουελμπέκ, του πλέον διχαστικού ίσως σύγχρονου συγγραφέα. Αναγνωστική επιστροφή στην οποία θεωρητικά στόχευα και πραγματοποιήθηκε εν τέλει εξαιτίας ενός υπό διαμόρφωση πρότζεκτ.
Κάθε αναγνωστική (μου) χρονιά σημαδεύεται από την ανάγνωση πολυσέλιδων μυθιστορημάτων. Φέτος ήταν η χρονιά της ανάγνωσης του Περί χρόνου και ποταμού του Τόμας Γουλφ. Τα πολυσέλιδα μυθιστορήματα, πέραν της λογοτεχνικής τους αξίας, φέρουν ως βασικό συντελεστή τους τον χρόνο που αφιερώνει κανείς σε αυτά, δημιουργώντας μια παράλληλη της ζωής πραγματικότητα. Στην κατηγορία αυτή ξεχώρισαν τρεις ακόμα αναγνώσεις: Ο δεύτερος θάνατος του Ραμόν Μερκαντέρ του Χόρχε Σεμπρούν, Το κουαρτέτο του Χάρλεμ του Τζέημς Μπόλντγουιν και το Ιδού εγώ του Τζόναθαν Φόερ, αν και οι έκπληξεις της κατηγορίας μάλλον ήταν Τα φλογοβόλα της Ρέιτσελ Κούσνερ και Οι κορυφές της ζωής του Ρίτσαρντ Πάουερς. Με πολυσέλιδα και σπουδαία μυθιστορήματα τελείωσε και η χρονιά, αν και οι σχετικές αναρτήσεις θα ακολουθήσουν εντός των ημερών, θα ήταν κρίμα και άδικο να μην συμπεριληφθούν στις αναγνώσεις του '20. Αναφέρομαι στο Όλοι οι άνθρωποι του βασιλιά του Ρόμπερτ Πεν Γουόρεν και στη Χρονιά θανάτου του Ρικάρντο Ρέις του Ζοζέ Σαραμάγκου.
Σε αυτή την ανασκόπηση κρίνω σκόπιμο να προσθέσω μια έξτρα κατηγορία που θα περιλαμβάνει βιβλία Αμερικανών συγγραφέων που ξεχώρισα. Θα ξεκινήσω την αναφορά αυτή με τη Σιωπή του ΝτεΛίλλο, τόσο γιατί ήταν ένα από τα βιβλία της χρονιάς (μου), όσο και γιατί θεωρώ πως ως ένα βαθμό υποτιμήθηκε και μάλιστα όχι σε σύγκριση με τη λοιπή βιβλιογραφία ενός εκ των σπουδαιότερων εν ζωή συγγραφέων. Στη λίστα αυτή εντάσσεται η μετά από χρόνια ανάγνωση κάποιου έργου του καθοριστικού Τόμας Πίντσον (Υπεραιχμή) αλλά και οι Σύντομες συνεντεύξεις με απαίσιους άντρες του -ποιος ξέρει πόσα ακόμα είχε να γράψει- Ντέιβιντ Φόστερ Γουάλας. Εκπλήξεις της κατηγορίας αυτής, λόγω πρότερης άγνοιας σχετικά με τα βιβλία και τους συγγραφείς, αποτέλεσαν με το Νυχτόδασος της Τζούνα Μπαρνς, το Ένας διαφορετικός τυμπανιστής του Γουίλιαμ Κέλι και το Αντίο τώρα, τα λέμε αύριο του Γουίλιαμ Μαξγουελ.
Βιβλία μεταφρασμένης λογοτεχνίας που επίσης ξεχώρισα και δεν υπεισέρχονται σε κάποια από τις παραπάνω κατηγορίες ήταν: ο Ταμιευτήρας 13 του Τζον ΜακΓκρέγκορ, ένα βιβλίο που περίμενα χρόνια να κυκλοφορήσει· το Περί της εν ύπνω κομψότητος του Υποκόμη ντε Λασκάνο Τέγκι, το πλέον παράδοξα γοητευτικό φετινό βιβλίο· τα Περιστατικά στο εγγύς εξωπραγματικό του Μαξ Μπλέχερ, με το οποίο συστήθηκαν εντυπωσιακά οι νεοσύστατες εκδόσεις Loggia· το Mandíbula της Μόνικα Οχέδα, μια αφήγηση τσεκουριά· Η καταστροφή του Χανς Έρικ Νόσσακ, το σημαντικότερο κατά τον Ζέμπαλντ βιβλίο για ένα θέμα ταμπού της γερμανικής λογοτεχνίας· Ο μονάρχης των σκιών του Χαβιέρ Θέρκας, για τον τρόπο που το βίωμα γίνεται λογοτεχνία.
Ειδική μνεία για διάφορους λόγους αξίζει στους Αργοναύτες της Μάγκι Νέλσον, το οποίο νιώθω πως θα επέλεγα αν έπρεπε να διαλέξω ένα και μόνο βιβλίο απ' όσα διάβασα το '20.
Τη χρονιά αυτή διάβασα όμως και αρκετή ελληνική λογοτεχνία. Φέτος φιλοδοξώ να γράψω ένα μανιφέστο σχετικά με την ανάγκη μας να διαβάζουμε λογοτεχνία που παράγεται στον τόπο μας. Όπως και να έχει το καλύτερο ελληνικό βιβλίο που διάβασα φέτος ήταν Ο πολτός των πραγμάτων του Αριστείδη Αντονά. Απόλαυσα την αφηγηματική άνεση του Παναγιώτη Βλάχου (Αλλαγή φρουράς), αναγνώρισα πρόσωπα γνωστά στους ήρωες της Βάσιας Τζανακάρη (Αδελφικό) και εντυπωσιάστηκα από το πέρασμα της Βασιλικής Πέτσα στη μεγάλη φόρμα (Το δέντρο της υπακοής). Το Κάιρο του Νικόλα Καλόγηρου μου θύμισε πως ο εξωτικός χαρακτήρας της λογοτεχνίας δεν είναι παρωχημένος, ενώ Το μέλος φάντασμα της Μαρίας Γιαγιάννου διέλυσε τις όποιες αμφιβολίες είχα σχετικά με την εγχώρια μεταμοντέρνα αφήγηση. Από τη μικρή φόρμα ξεχώρισαν οι ιστορίες του Θάνου Κάππα υπό το εκτυφλωτικό φως του ελληνικού καλοκαιριού (Πώς πάνε τα πράγματα), το Largo του Γιάννη Μπαλαμπανίδη για τον τρόπο που μια ενδιαφέρουσα και πρωτότυπη αρχική ιδέα μετασχηματίζεται σε λογοτεχνία, και το Σπίτι παιδιού του Κυριάκου Συφιλτζόγλου για την αφηγηματική του φωνή. Η έκπληξη της χρονιάς (βλ. δεν ξέρω από πού μου ήρθε) ήταν αναμφίβολα ο Πολπόταμος του Τζέημς Μήτσαμ.
Ήταν, λοιπόν, μια καλή -αναγνωστικά- χρονιά με αρκετή ποικιλία. Κοιτάζοντας ξανά τα βιβλία που ξεχώρισα τη χρονιά που πέρασε διαπιστώνω πως μόνο κάποια από αυτά εκδόθηκαν μέσα στο '20, κάτι το οποίο υπενθυμίζει πως τα βιβλία δεν έχουν ημερομηνία λήξης. Μετά από αυτό το κλισέ ας κλείσω με μια ευχή: το '21 να 'ναι μια καλή χρονιά χωρίς παύλες.
Καλή χρονιά γεμάτη με υγεία τύχη και επιτυχία προσωπική αναγνωστική και επαγγελματική.
ΑπάντησηΔιαγραφήΣυμφωνώ σε όλα πλην της υπεραιχμής. Δεν καταλαβαίνω τον Πύντσον. Ντρέπομαι αλλά δεν...
ΑπάντησηΔιαγραφή